Σαν ραδιόφωνο: Συνέντευξη με ραδιοερασιτέχνη της δεκαετίας του 80
«Στο καντράν του ραδιοφώνου μου με περιμένουν όλες οι πόλεις που ονειρεύτηκα, Βαγδάτη, Πράγα, Νέα Ορλεάνη, στέλνουν τους ήχους τους μέσα από μεσαία κύματα και σύννεφα παρασίτων. Είναι από κείνα τα παλιά ραδιόφωνα, τότε που όλα τα ταξίδια έξω από την πόλη, ήταν πολύ μακρινά έως και αδύνατα. Τότε λοιπόν με μια κίνηση της βελόνας, βρισκόσουν από την Αθήνα στη Βαγδάτη και με μια ποιο απαλή κίνηση, απ' τη Βαγδάτη στην Τανγκέρη. Ίσως σε κάποιο μέρος του κόσμου, σε κάποιο άλλο καντράν, κάποιος ακούει μέσα από τα παράσιτα την Αθήνα, μια τόσο μακρινή πόλη γι' αυτόν, όσο μακρινή είναι και για μένα.».
Πόσοι από μας δεν έχουμε ονειρευτεί με ένα ραδιόφωνο και ένα ζευγάρι ακουστικά... Πόσοι από εμάς δεν έχουμε ξενυχτίσει στα εφηβικά μας χρόνια αγκαλιά με αυτό το μαγικό μέσο... Το ραδιόφωνο, όσα χρόνια και αν περάσουν, όσο και αν αλλάζουν οι εποχές, θα παραμένει πάντοτε το αγαπημένο μας μέσο ενημέρωσης και ψυχαγωγίας.
Γράφει ο Χάρης Ντάκ
Θες γιατί είναι πιο ανθρώπινο από τα υπόλοιπα; Θες γιατί είναι πιο άμεσο στην επικοινωνία μας; Πολλοί είναι οι λόγοι που θα μπορούσα να γράψω, και πάλι να μην τους έχω βρει όλους, ο κυριότερος λόγος πάντως που νομίζω εγώ (και εκεί είναι η διαφορά από την τηλεόραση) είναι το ότι δεν σου δίνει την εικόνα στο «πιάτο» αλλά σε αφήνει να φανταστείς ο ίδιος, πρόσωπα, τοπία, καταστάσεις. Εξάλλου αυτό δεν είναι που λείπει στην εποχή μας; Η φαντασία!
Ήταν Χριστούγεννα του 1906 όταν ο Ρέτζιναλντ Φεσέντεν μετέδωσε φωνή και μουσική μέσω ραδιοκυμάτων για πρώτη φορά στην Νέα Υόρκη, με την ηλεκτρονική λυχνία του Λη ντε Φόρεστ να είναι η μοναδική μορφή ραδιοφώνου για τα επόμενα 50 με 60 χρόνια που ακολούθησαν.
Όλα αυτά τα χρόνια το ραδιόφωνο ήταν ένα άγνωστο μέσο στο ευρύ κοινό, καθαρά ερασιτεχνικό μέχρι τον Α' παγκόσμιο πόλεμο. Κάποια στιγμή ο Αμερικάνος Φρανκ Κόνραντ που ήταν μηχανικός και ασχολείτο ερασιτεχνικά με το ραδιόφωνο, είχε την ιδέα να "βγει στον αέρα" και να μεταδώσει αποτελέσματα αγώνων.
Αμέσως απέκτησε φανατικό κοινό. Ήταν τότε που μεταδόθηκε και η πρώτη ραδιοφωνική διαφήμιση, ενός καταστήματος της γειτονιά του. Στις 20 Νοεμβρίου 1920 ο πρώτος επίσημος σταθμός στον κόσμο είναι γεγονός, ονομάζεται K.D.K.A. και εκπέμπει μέχρι και σήμερα.
Tο 1926 που εμφανίζεται στην αγορά ένας δέκτης εύχρηστος, ποιοτικός και φθηνός είναι η στιγμή που το ευρύ κοινό βάζει στην ζωή του ένα ακόμα μέσο ενημέρωσης και διασκέδασης μετά την εφημερίδα, το σινεμά και το γραμμόφωνο.
Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, άρχισε το 1923 μια προσπάθεια εγκατάστασης ραδιοφωνικού πομπού. Οι τεχνικοί αφού αρχικά πειραματίστηκαν το 1926 κατάφεραν να «βγάλουν στον αέρα» της Θεσσαλονίκης τον πρώτο ελληνικό ραδιοσταθμό, με ιδιωτική πρωτοβουλία του ράδιο- ηλεκτρολόγου Χρίστου Τσιγγιρίδη. Λειτούργησε για 20 ολόκληρα χρόνια.
Φωτογραφία από το μουσείο ραδιοφωνίας Θεσσαλονίκης
Ο πρώτος όμως επίσημος σταθμός ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1938 και εγκαινιάστηκε από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Β΄.
Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1945, τον ανέλαβε το νεοσύστατο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) που μετά το τέλος του πολέμου εξαπλώθηκε σε διάφορες πόλεις της χώρας μαζί με τους σταθμούς των ενόπλων δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ).
Το ραδιοφωνικό μονοπώλιο της κρατικής ραδιοφωνίας έρχονται να σπάσουν κάπου στα τέλη του 70 εκατοντάδες ερασιτέχνες, οι επονομαζόμενοι και «πειρατές», αρχικά στην μπάντα των μεσαίων και μετά στα FM.
Πολλές φορές υπήρχε υπερδιαμόρφωση, σπασμένο σήμα και άλλα τέτοια τεχνικά προβλήματα που ήταν το σήμα κατατεθέν των ερασιτεχνικών σταθμών. Αργότερα στα FM, που είχαν και πολύ μεγαλύτερο κοινό, άρχισαν και οι διαφημίσεις που μετακόμισαν από τα Μεσαία, κλειδαράδες, εκκενώσεις βόθρων, οικόπεδα στην Κερατέα με φως νερό τηλέφωνο...
Στο μοναστηράκι πια μπορούσες να βρεις όλα τα εξαρτήματα για τον δικό σου ραδιοφωνικό σταθμό, από πομπούς μέχρι μικρόφωνα.
Οι πωλήσεις είναι τόσο καλές, που ο Pop22 ανοίγει και 2ο και 3ο κατάστημα. Μερικά χρόνια μετά μια αθηναϊκή εφημερίδα γύρω στο 1988 γράφει: «Εκτός από τους ερασιτέχνες στα FM που έχουν μεράκι και επίπεδο, αυτή την εποχή έχει δημιουργηθεί μια παρά αγορά στο Μοναστηράκι που πουλάει πομπούς με το κιλό. Χωρίς κανένα περιορισμό στη διαμόρφωση και στις αρμονικές, και χωρίς καμία προδιαγραφή ή προστασία από το ρεύμα...»
Θες γιατί είναι πιο ανθρώπινο από τα υπόλοιπα; Θες γιατί είναι πιο άμεσο στην επικοινωνία μας; Πολλοί είναι οι λόγοι που θα μπορούσα να γράψω, και πάλι να μην τους έχω βρει όλους, ο κυριότερος λόγος πάντως που νομίζω εγώ (και εκεί είναι η διαφορά από την τηλεόραση) είναι το ότι δεν σου δίνει την εικόνα στο «πιάτο» αλλά σε αφήνει να φανταστείς ο ίδιος, πρόσωπα, τοπία, καταστάσεις. Εξάλλου αυτό δεν είναι που λείπει στην εποχή μας; Η φαντασία!
Ήταν Χριστούγεννα του 1906 όταν ο Ρέτζιναλντ Φεσέντεν μετέδωσε φωνή και μουσική μέσω ραδιοκυμάτων για πρώτη φορά στην Νέα Υόρκη, με την ηλεκτρονική λυχνία του Λη ντε Φόρεστ να είναι η μοναδική μορφή ραδιοφώνου για τα επόμενα 50 με 60 χρόνια που ακολούθησαν.
Όλα αυτά τα χρόνια το ραδιόφωνο ήταν ένα άγνωστο μέσο στο ευρύ κοινό, καθαρά ερασιτεχνικό μέχρι τον Α' παγκόσμιο πόλεμο. Κάποια στιγμή ο Αμερικάνος Φρανκ Κόνραντ που ήταν μηχανικός και ασχολείτο ερασιτεχνικά με το ραδιόφωνο, είχε την ιδέα να "βγει στον αέρα" και να μεταδώσει αποτελέσματα αγώνων.
Αμέσως απέκτησε φανατικό κοινό. Ήταν τότε που μεταδόθηκε και η πρώτη ραδιοφωνική διαφήμιση, ενός καταστήματος της γειτονιά του. Στις 20 Νοεμβρίου 1920 ο πρώτος επίσημος σταθμός στον κόσμο είναι γεγονός, ονομάζεται K.D.K.A. και εκπέμπει μέχρι και σήμερα.
Tο 1926 που εμφανίζεται στην αγορά ένας δέκτης εύχρηστος, ποιοτικός και φθηνός είναι η στιγμή που το ευρύ κοινό βάζει στην ζωή του ένα ακόμα μέσο ενημέρωσης και διασκέδασης μετά την εφημερίδα, το σινεμά και το γραμμόφωνο.
Το ραδιόφωνο στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, άρχισε το 1923 μια προσπάθεια εγκατάστασης ραδιοφωνικού πομπού. Οι τεχνικοί αφού αρχικά πειραματίστηκαν το 1926 κατάφεραν να «βγάλουν στον αέρα» της Θεσσαλονίκης τον πρώτο ελληνικό ραδιοσταθμό, με ιδιωτική πρωτοβουλία του ράδιο- ηλεκτρολόγου Χρίστου Τσιγγιρίδη. Λειτούργησε για 20 ολόκληρα χρόνια.
Φωτογραφία από το μουσείο ραδιοφωνίας Θεσσαλονίκης
Ο πρώτος όμως επίσημος σταθμός ιδρύθηκε στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1938 και εγκαινιάστηκε από τον τότε βασιλιά Γεώργιο Β΄.
Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1945, τον ανέλαβε το νεοσύστατο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (Ε.Ι.Ρ.) που μετά το τέλος του πολέμου εξαπλώθηκε σε διάφορες πόλεις της χώρας μαζί με τους σταθμούς των ενόπλων δυνάμεων (ΥΕΝΕΔ).
Το ραδιοφωνικό μονοπώλιο της κρατικής ραδιοφωνίας έρχονται να σπάσουν κάπου στα τέλη του 70 εκατοντάδες ερασιτέχνες, οι επονομαζόμενοι και «πειρατές», αρχικά στην μπάντα των μεσαίων και μετά στα FM.
Αυτοί, εκπέμπουν πολυποίκιλα προγράμματα και γράφουν την δική τους ιστορία στο ελληνικό ραδιόφωνο. Αρχές της 10 ετίας του '80, η μεσαία μπάντα κατακλύστηκε από «πειρατές» ιδίως προς τα δεξιά μεταξύ 1386 και 1584 χιλιόκυκλων.
Τα ονόματα των σταθμών είχαν να κάνουν με το όνομα του ιδιοκτήτη συνοδευόμενο από την ιδιότητά του, ο Γιώργος ο Super boy για παράδειγμα, ή ο Σάκης ο Ταρατσόβιος.
Στο ζωντανό τους πρόγραμμα, λοιπόν, τα κύρια στοιχεία που έπαιρναν και έδιναν δεν ήταν άλλα από της τηλεφωνικές αφιερώσεις συνοδευόμενα από 2-3 δευτερόλεπτα σιγή μέχρι να ακουστεί το Scratch των πρώτων γύρων στο δίσκο!
Τα ονόματα των σταθμών είχαν να κάνουν με το όνομα του ιδιοκτήτη συνοδευόμενο από την ιδιότητά του, ο Γιώργος ο Super boy για παράδειγμα, ή ο Σάκης ο Ταρατσόβιος.
Στο ζωντανό τους πρόγραμμα, λοιπόν, τα κύρια στοιχεία που έπαιρναν και έδιναν δεν ήταν άλλα από της τηλεφωνικές αφιερώσεις συνοδευόμενα από 2-3 δευτερόλεπτα σιγή μέχρι να ακουστεί το Scratch των πρώτων γύρων στο δίσκο!
Πολλές φορές υπήρχε υπερδιαμόρφωση, σπασμένο σήμα και άλλα τέτοια τεχνικά προβλήματα που ήταν το σήμα κατατεθέν των ερασιτεχνικών σταθμών. Αργότερα στα FM, που είχαν και πολύ μεγαλύτερο κοινό, άρχισαν και οι διαφημίσεις που μετακόμισαν από τα Μεσαία, κλειδαράδες, εκκενώσεις βόθρων, οικόπεδα στην Κερατέα με φως νερό τηλέφωνο...
Στο μοναστηράκι πια μπορούσες να βρεις όλα τα εξαρτήματα για τον δικό σου ραδιοφωνικό σταθμό, από πομπούς μέχρι μικρόφωνα.
Οι πωλήσεις είναι τόσο καλές, που ο Pop22 ανοίγει και 2ο και 3ο κατάστημα. Μερικά χρόνια μετά μια αθηναϊκή εφημερίδα γύρω στο 1988 γράφει: «Εκτός από τους ερασιτέχνες στα FM που έχουν μεράκι και επίπεδο, αυτή την εποχή έχει δημιουργηθεί μια παρά αγορά στο Μοναστηράκι που πουλάει πομπούς με το κιλό. Χωρίς κανένα περιορισμό στη διαμόρφωση και στις αρμονικές, και χωρίς καμία προδιαγραφή ή προστασία από το ρεύμα...»
Όλα αυτά βέβαια, μπορεί να μας τα πει καλύτερα ένας άνθρωπος που τα έζησε από πολύ κοντά.
Ο Κώστας Δήμου η «Βετεράνος» για πολλούς ήταν ένας από αυτούς που ονομάζουμε «πειρατές του ραδιοφώνου» και μια συζήτηση μαζί του είναι σίγουρα πολύ ενδιαφέρουσα.
Χ.Ν.: Κώστα στην ακμή του πειρατικού ραδιοφώνου, εργαζόσουν σε κατάστημα που εμπορευόταν ηλεκτρονικό εξοπλισμό στο Μοναστηράκι;
Κ.Δ.: Ναι εργαζόμουν στον Βασίλη, αυτός και ο pop 22 εκείνη την εποχή ήταν τα μοναδικά μαγαζιά που προμήθευαν εξοπλισμό για τέτοιου είδους χρήση και είχαν και το μονοπώλιο, με αποτέλεσμα οι υποψήφιοι αγοραστές να μην έχουν επιλογή στις τιμές και να αγοράζουν όσο τους έλεγαν.
Χ.Ν.: Υπήρχε ενδιαφέρον από το κοινό για κατασκευή ερασιτεχνικού ραδιοφωνικού σταθμού;
Κ.Δ.: Πολύ έντονη, πολύ μεγάλη ζήτηση, κυρίως από άτομα που έκαναν ξεκίνημα και δεν είχαν ιδέα από μηχανήματα η τεχνικά θέματα.
Έρχονταν στα 2 αυτά μαγαζιά διότι υπήρχε μεγάλη ποικιλία σε φτηνό υλικό. Οι πιο έμπειροι επέλεγαν πιο εξειδικευμένα μαγαζιά.
Χ.Ν.: Τι χρειαζόταν κάποιος για να έχει μια καλή απόδοση στην εκπομπή σήματος;
Κ.Δ.: Πάνω από όλα ήθελε πομπό με πολλά watt, δηλαδή όσο γίνεται μεγαλύτερη η ισχύς. Βασικό ρόλο έπαιζε και η κεραία. Όσο πιο ψηλή και πιο ακριβή τόσο το καλύτερο. Όσο πιο ποιοτικά υλικά είχε τόσο ανέβαινε και η απόδοσή της σε εμβέλεια. Φυσικά έπρεπε να διαθέτεις μικρόφωνα, μίκτη και τουλάχιστον έναν Player τότε παίζαμε με Πικάπ.
Χ.Ν.: Το κόστος ήταν εφικτό για έναν ερασιτέχνη;
Κ.Δ.: Όχι ήταν πάρα πολύ ακριβά, τουλάχιστον για την εποχή εκείνη, το 1985 δηλαδή.
Χ.Ν.: Είχες και εσύ τον δικό σου σταθμό;
Κ.Δ.: Ναι, στα FM. Ξεκίνησα πάνω στην μετάβαση τον ραδιοπειρατών από τα μεσαία στα FM, γιατί στα FM η εκπομπή είχε καθαρό σήμα και μικρότερο κόστος, δηλαδή μια κεραία στα μεσαία έπρεπε να είναι πάνω από 500 μέτρα ενώ στα FM με ένα απλό δίπολο έκανες εκπομπή.
Αλλά και οι πομποί ήταν πιο φτηνοί για τα FM, είχαν βεβαία μικρότερη εμβέλεια αλλά στα μεσαία η ποιότητα ήταν άθλια. Αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που μεταφέρθηκαν όλοι στα FM. Πάντως ένας μέσος πομπός ισχύος 60 έως 100 Watt κάλυπτε μια εμβέλεια γύρω στα 30 χιλιόμετρα.
Χ.Ν.: Τι ήταν αυτό που σε έκανε να ασχοληθείς με το ραδιόφωνο;
Κ.Δ.: Βασικά ήταν η αγάπη μου προς τις ηλεκτρονικές κατασκευές. Γενικά, όλοι οι ραδιοερασιτέχνες κάνανε συνεχώς πειράματα.
Χ.Ν.: Ήταν της μόδας τα ψευδώνυμα εσύ είχες κάποιο;
Κ.Δ.: Ναι βετεράνος
Χ.Ν.: Τι περιλάμβανε το πρόγραμμα σου;
Κ.Δ.: Μουσική, λαϊκά σουξεδάκια της εποχής. Μεγαλώνοντας, γύρω στα 18, έπαιζα μόνο Rock, έδινα τηλέφωνο και έβγαζα τις κλασικές αφιερώσεις ακροατών.
Χ.Ν.: Τι απήχηση είχες στο κοινό;
Κ.Δ.: Με την λαϊκή μουσική τεράστια, όταν όμως άρχισα να παίζω rock, το κοινό έγινε ποιοτικότερο άλλα πολύ μικρότερο και φυσικά και οι αφιερώσεις όπως για παραδείγμα «το παιδί με το κόκκινο Datsun αφιερώνει στην χήρα από το Αιγάλεω» άλλαξαν.
Χ.Ν.: Τι δυσκολίες αντιμετώπιζες;
Κ.Δ.: Έπρεπε να βρούμε χρήματα για εξοπλισμό. Δεν είχαμε διαφημίσεις και ούτε θέλαμε. Υπήρχε ένας άγραφος νόμος μεταξύ τον ερασιτεχνών που έλεγε ότι όποιος βάλει διαφήμιση δεν είναι πια δικός μας.
Είχαμε και το άγχος να καλύψουμε την κεραία, τα καλώδια, να μην φαίνονται γιατί τότε μας κυνηγούσαν με τα ραδιογωνιόμετρα.
Τα μηχανήματα μας ήταν με λάμπες, δεν ήταν ακόμα με τρανζίστορ, και κάναμε παρεμβολές στην τηλεόραση, ακόμα και στα τηλέφωνα. Κάνανε λοιπόν πολλές καταγγελίες οι γείτονες.
Χ.Ν.: Κάτι που θυμάσαι για πάντα;
Κ.Δ.: Η αναγνώριση. Τότε όποιον είχε σταθμό το θαύμαζαν όλοι, κυρίως οι κοπέλες. Αρκετοί με φωνάζουν ακόμα βετεράνο. Θυμάμαι και έναν άλλον ερασιτέχνη, τον 747, που με βοήθησε να στήσω και τον πρώτο μου πομπό.
Χ.Ν.: Θα το ξανάκανες;
Κ.Δ.: Ναι σίγουρα ναι.
Χ.Ν.: Θα ήταν το ίδιο;
Κ.Δ.: Το ακροατήριο δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο, γιατί το ραδιόφωνο έχει αλλάξει πολύ από τότε και σίγουρα ένας ερασιτέχνης δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τεχνικά έναν επαγγελματικό σταθμό.
Τα χρόνια πέρασαν και το αναλογικό ραδιόφωνο δίνει σιγά σιγά την θέση του στο ιντερνετικό, χιλιάδες σταθμοί, χιλιάδες νέοι παραγωγοί σαν άλλοι ραδιοπειρατές κάνουν την εμφάνισή τους στου διαδικτύου τα πελάγη.
Το ραδιόφωνο συνεχίζει την πορεία του και μας υπόσχεται πως θα είναι πάντα το μέσο για να ονειρευόμαστε και να επικοινωνούμε. Δεν μένει παρά να επιβιβαστούμε για άλλο ένα μαγικό ταξίδι.
Ο Κώστας Δήμου η «Βετεράνος» για πολλούς ήταν ένας από αυτούς που ονομάζουμε «πειρατές του ραδιοφώνου» και μια συζήτηση μαζί του είναι σίγουρα πολύ ενδιαφέρουσα.
Χ.Ν.: Κώστα στην ακμή του πειρατικού ραδιοφώνου, εργαζόσουν σε κατάστημα που εμπορευόταν ηλεκτρονικό εξοπλισμό στο Μοναστηράκι;
Κ.Δ.: Ναι εργαζόμουν στον Βασίλη, αυτός και ο pop 22 εκείνη την εποχή ήταν τα μοναδικά μαγαζιά που προμήθευαν εξοπλισμό για τέτοιου είδους χρήση και είχαν και το μονοπώλιο, με αποτέλεσμα οι υποψήφιοι αγοραστές να μην έχουν επιλογή στις τιμές και να αγοράζουν όσο τους έλεγαν.
Χ.Ν.: Υπήρχε ενδιαφέρον από το κοινό για κατασκευή ερασιτεχνικού ραδιοφωνικού σταθμού;
Κ.Δ.: Πολύ έντονη, πολύ μεγάλη ζήτηση, κυρίως από άτομα που έκαναν ξεκίνημα και δεν είχαν ιδέα από μηχανήματα η τεχνικά θέματα.
Έρχονταν στα 2 αυτά μαγαζιά διότι υπήρχε μεγάλη ποικιλία σε φτηνό υλικό. Οι πιο έμπειροι επέλεγαν πιο εξειδικευμένα μαγαζιά.
Χ.Ν.: Τι χρειαζόταν κάποιος για να έχει μια καλή απόδοση στην εκπομπή σήματος;
Κ.Δ.: Πάνω από όλα ήθελε πομπό με πολλά watt, δηλαδή όσο γίνεται μεγαλύτερη η ισχύς. Βασικό ρόλο έπαιζε και η κεραία. Όσο πιο ψηλή και πιο ακριβή τόσο το καλύτερο. Όσο πιο ποιοτικά υλικά είχε τόσο ανέβαινε και η απόδοσή της σε εμβέλεια. Φυσικά έπρεπε να διαθέτεις μικρόφωνα, μίκτη και τουλάχιστον έναν Player τότε παίζαμε με Πικάπ.
Χ.Ν.: Το κόστος ήταν εφικτό για έναν ερασιτέχνη;
Κ.Δ.: Όχι ήταν πάρα πολύ ακριβά, τουλάχιστον για την εποχή εκείνη, το 1985 δηλαδή.
Χ.Ν.: Είχες και εσύ τον δικό σου σταθμό;
Κ.Δ.: Ναι, στα FM. Ξεκίνησα πάνω στην μετάβαση τον ραδιοπειρατών από τα μεσαία στα FM, γιατί στα FM η εκπομπή είχε καθαρό σήμα και μικρότερο κόστος, δηλαδή μια κεραία στα μεσαία έπρεπε να είναι πάνω από 500 μέτρα ενώ στα FM με ένα απλό δίπολο έκανες εκπομπή.
Αλλά και οι πομποί ήταν πιο φτηνοί για τα FM, είχαν βεβαία μικρότερη εμβέλεια αλλά στα μεσαία η ποιότητα ήταν άθλια. Αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που μεταφέρθηκαν όλοι στα FM. Πάντως ένας μέσος πομπός ισχύος 60 έως 100 Watt κάλυπτε μια εμβέλεια γύρω στα 30 χιλιόμετρα.
Χ.Ν.: Τι ήταν αυτό που σε έκανε να ασχοληθείς με το ραδιόφωνο;
Κ.Δ.: Βασικά ήταν η αγάπη μου προς τις ηλεκτρονικές κατασκευές. Γενικά, όλοι οι ραδιοερασιτέχνες κάνανε συνεχώς πειράματα.
Χ.Ν.: Ήταν της μόδας τα ψευδώνυμα εσύ είχες κάποιο;
Κ.Δ.: Ναι βετεράνος
Χ.Ν.: Τι περιλάμβανε το πρόγραμμα σου;
Κ.Δ.: Μουσική, λαϊκά σουξεδάκια της εποχής. Μεγαλώνοντας, γύρω στα 18, έπαιζα μόνο Rock, έδινα τηλέφωνο και έβγαζα τις κλασικές αφιερώσεις ακροατών.
Χ.Ν.: Τι απήχηση είχες στο κοινό;
Κ.Δ.: Με την λαϊκή μουσική τεράστια, όταν όμως άρχισα να παίζω rock, το κοινό έγινε ποιοτικότερο άλλα πολύ μικρότερο και φυσικά και οι αφιερώσεις όπως για παραδείγμα «το παιδί με το κόκκινο Datsun αφιερώνει στην χήρα από το Αιγάλεω» άλλαξαν.
Χ.Ν.: Τι δυσκολίες αντιμετώπιζες;
Κ.Δ.: Έπρεπε να βρούμε χρήματα για εξοπλισμό. Δεν είχαμε διαφημίσεις και ούτε θέλαμε. Υπήρχε ένας άγραφος νόμος μεταξύ τον ερασιτεχνών που έλεγε ότι όποιος βάλει διαφήμιση δεν είναι πια δικός μας.
Είχαμε και το άγχος να καλύψουμε την κεραία, τα καλώδια, να μην φαίνονται γιατί τότε μας κυνηγούσαν με τα ραδιογωνιόμετρα.
Τα μηχανήματα μας ήταν με λάμπες, δεν ήταν ακόμα με τρανζίστορ, και κάναμε παρεμβολές στην τηλεόραση, ακόμα και στα τηλέφωνα. Κάνανε λοιπόν πολλές καταγγελίες οι γείτονες.
Χ.Ν.: Κάτι που θυμάσαι για πάντα;
Κ.Δ.: Η αναγνώριση. Τότε όποιον είχε σταθμό το θαύμαζαν όλοι, κυρίως οι κοπέλες. Αρκετοί με φωνάζουν ακόμα βετεράνο. Θυμάμαι και έναν άλλον ερασιτέχνη, τον 747, που με βοήθησε να στήσω και τον πρώτο μου πομπό.
Χ.Ν.: Θα το ξανάκανες;
Κ.Δ.: Ναι σίγουρα ναι.
Χ.Ν.: Θα ήταν το ίδιο;
Κ.Δ.: Το ακροατήριο δεν θα μπορούσε να είναι το ίδιο, γιατί το ραδιόφωνο έχει αλλάξει πολύ από τότε και σίγουρα ένας ερασιτέχνης δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τεχνικά έναν επαγγελματικό σταθμό.
Τα χρόνια πέρασαν και το αναλογικό ραδιόφωνο δίνει σιγά σιγά την θέση του στο ιντερνετικό, χιλιάδες σταθμοί, χιλιάδες νέοι παραγωγοί σαν άλλοι ραδιοπειρατές κάνουν την εμφάνισή τους στου διαδικτύου τα πελάγη.
Το ραδιόφωνο συνεχίζει την πορεία του και μας υπόσχεται πως θα είναι πάντα το μέσο για να ονειρευόμαστε και να επικοινωνούμε. Δεν μένει παρά να επιβιβαστούμε για άλλο ένα μαγικό ταξίδι.